Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2010

Κεφάλαιο έβδομο: Μαγεία




Ένα μήνα μετά…


Μεριλή


Καθόμουνα στο κρεβάτι μου συλλογιζόμενη τι είχα περάσει από την πρώτη μέρα της δεύτερης ζωής μου. Προτού το καταλάβω είχα γίνει μέλος της βασιλικής οικογένειας των βρικολάκων, είχα μάθει ότι το χάρισμα μου ήταν τόσο σαδιστικό που σκεφτόμουνα γιατί έτυχε σε εμένα. Είχα φιλήσει έναν βρικόλακα πριν καν καλά, καλά να τον γνωρίσω. Όλα είχανε γίνει τόσο γρήγορα που ακόμα και ο υπερμεγέθης εγκέφαλός μου ακόμα προσπαθούσε να επεξεργαστεί.

Ένας χτύπος στην πόρτα με απέσπασε από τις ανάκατες σκέψεις μου.

Είδα την Νέμεσης να ξεπροβάλει από την πόρτα σέρνοντας πίσω το μικρό φρικιό και την Σελέστ.

Η Σελέστ ακόμα και αν πέρασε παρόμοια κατάσταση με εμένα δεν έχανε ποτέ το χαμόγελό της. Πάντα κεφάτη και λίγο ποιο ομιλητική από την Νέμεσης. Μου άρεσε να κάνω παρέα μαζί της αν και φαινότανε να έχει ιδιέταιρη προτήμιση στην Νέμεσης.

Από την άλλη η Τζέιν. Πως μπορούσε να υπάρχει τόσο πολύ ενέργεια σε ένα τόσο μινιόν σωματάκι. Δεν κράταγε ποτέ την αντίδρασή της έστω για να κρατήσει τους βασικούς τύπους. Ήταν τόσο αυθόρμητη.

Σε αντίθεση με όλα αυτά εγώ ήμουνα τον τελευταίο καιρό στον δικό μου κόσμο. Μακάρι να μπορούσα να κοιμηθώ για να ονειρευόμουνα λίγο ακόμα τον Άλεκ.

«Μεριλή σε παρακαλώ μπορείς να ελέγχεις τις σκέψεις σου τουλάχιστον όταν είμαι κοντά σου;» είπε η Νέμεσης με βλέμμα που μου έδειχνε πόσο δύσκολο ήταν να ακούει τις φαντασιώσεις μου.

«Βγες έξω από το κεφάλι μου» είπα στην Νέμεσης νευριασμένη.

«Μεριλή τον τελευταίο καιρό είσαι εδώ μέσα στο δωμάτιο. Βγαίνεις ελάχιστα έξω. Και δεν έχεις γνωρίσει ακόμα σχεδόν τίποτα για την Σελέστ.» είπε η κελαϊδιστή φωνή της Τζέιν. Τι μπορούσα να της πω; Απλά ήθελα να συλλογιστώ λίγο, να δω κάποια πράγματα από πολλές οπτικές γωνίες.

Η φωνή της Σελέστ, που έμοιαζε με εκείνη που έχουνε οι κοπέλες που προσπαθούν να φανούν γλυκές και συμπαθητικές, με διέκοψε προτού απαντήσω.

«Κορίτσια η Μεριλή δεν μπορεί να ασχολείται με εμένα. Μπορεί απλά να θέλει να με γνωρίσει με τον καιρό όχι όπως εσύ Τζέιν που θες να γνωρίζεις τα πάντα πριν γίνουν και να κατακλύζεις με ερωτήσεις συνέχεια την Μαίρη όταν έρχεται για επίσκεψη με τον Τζοσουά.» είπε με σοβαρό ύφος. Είδα για μια στιγμή την Τζέιν να της ρίχνει μια βλοσυρή ματιά και αφού είδε ότι δεν την κλόνισε τα παράτησε.

Η Μαίρη Μπράντον και ο Τζοσουά Μπράντον ήταν ζευγάρι blooded βρικολάκων.

Η Μαίρη ήταν μικροσκοπική με μακριά μαύρα μαλλιά. Είχε μέγεθος ξωτικού, πολύ ποιο μικροσκοπική από εμένα και μπορώ να πω ότι ήταν το άτομο που μπορούσε πολύ εύκολα να σε κάνει να νοιώθεις άνετα.

Από την άλλη ο Τζοσουά ήτανε ακόμα ποιο διακριτική παρουσία. Πολύ ποιο ψηλός από την Μαίρη με κοντά καστανόξανθα μαλλιά. Προσπαθούσε να μιλάει μόνο όταν χρειαζότανε. Δεν περιττολογούσε ποτέ και έβλεπε τα πάντα αντικειμενικά.

Ακόμα έχουνε πάρα πολύ καλή σχέση με τους Φόρεστερ και ο λόγος; Και οι 2 έχουνε πολύ χρήσιμα χαρίσματα. Η Μαίρη μπορεί να βλέπει το μέλλον γενικά και συγκεκριμένα. Κάθε στιγμή μπορεί να βλέπει το γενικό μέλλον αλλά για να δει το μέλλον για κάτι συγκεκριμένο πρέπει να το αγγίξει. Από την άλλη ο Τζοσουά έχει ένα πολύ χρήσιμο χάρισμα μάχης. Μπορεί να αποπλανήσει πολύ εύκολα ένα θύμα μόνο με την σκέψη του. Φυσικά είχανε συνεργαστεί με τους Φόρεστερ παλιά. Δεν ξέρω περεταίρω για αυτήν την υπόθεση. Και ούτε με ενδιέφερε ποτέ πραγματικά.

Άκουγα γρήγορα βήματα στον κάτω όροφο και τους μεγάλους να συζητάνε ανήσυχα. Μια καινούρια φωνή ανάμεσά τους που έβγαζε βλασφημίες ακατάπαυστα από το στόμα της. Δεν ήμουν η μόνη που το είχε προσέξει. Η Νέμεσης ήταν πολύ σκεφτική, η Σελέστ δεν είχε δώσει ιδιέταιρη σημασία και άρχισε να εξερευνάει με το βλέμμα της το δωμάτιό μου ενώ η Τζέιν είχε σοβαρέψει ξαφνικά. Ποτέ δεν έβλεπα την Τζέιν έτσι εκτός όταν ήξερε ότι θα χρησιμοποιούσε το χάρισμά της αργά ή γρήγορα. Άκουγα βήματα να πλησιάζουνε σιγά, σιγά το δωμάτιό μου μέχρι που ένας απαλός χτύπος ακούστηκε στην πόρτα. Η Νέμεσης πετάχτηκε σαν βλήμα που μόλις είχε εξφενδονηστεί από την κάνη ενός όπλου και άνοιξε την πόρτα.

Ο Βένιμος ξανά. Πολύ γρήγορα της είπε ότι χρειαζόταν αυτήν και την Τζέιν κάτω για να δούνε τι θα κάνουνε με μια νεογέννητη. Από ότι φαίνεται αυτή ήταν η φωνή που βλαστήμαγε πριν. Νομίζω ότι ο Βένιμος την αποκάλεσε Τζένα. Δεν είμαι σίγουρη.

«Τζέιν πρέπει να πάμε κάτω να αναλάβουμε την κατάσταση» είπε με μισή καρδιά η Νέμεσης. Ήξερα ότι δεν της άρεσε να καταστρέφει τίποτα εκτός αν αυτό ήταν από ανάγκη.

Πριν ρωτήσω μου απάντησε.

«Εσείς κορίτσια κατεβείτε στον κήπο. Αν πάει να ξεφύγει θα μπορείτε να την πιάσετε εύκολα και να την αποτελειώσουμε.» είπε με ύφος γεμάτο πικρία. Την κοιτάξαμε λίγο αλλά μετά αποφασίσαμε ότι θα ήταν καλύτερα να μην φέρουμε αντίρρηση.

~-~-~-~-~-~-~-~

Η αυλή ήταν το ποιο μαγευτικό μέρος στον πύργο. Παντού υπάρχει ομοιόμορφο κομμένο γκαζόν. Τα σχήματα που είχανε πάρει οι θάμνοι ήταν μαγευτικά. Μία τριανταφυλλιά δέσποζε στην πλάτη του παγκάκι. Μπροστά μια λιμνούλα μικρή αλλά ποιο μαγική από ότι άλλο είχα δει στην ζωή μου. Μέσα της έβλεπα την αντανάκλαση του φεγγαριού. Σήμερα είχε πανσέληνο. Γύρω από την λίμνη υπήρχανε λουλούδια που δεν ήξερα αν υπήρχανε ομορφότερα στον κόσμο. Ήταν λευκά με μπλε πιτσιλιές στα πέταλα. Άστραφταν τα φύλλα τους λες και κάποιος είχε ρίξει πάνω τους χρυσόσκονη. Δεν πήγα να τα αγγίξω γιατί φοβόμουνα ότι θα εξαφανίζονταν.

Προσπάθησα να γυρίσω στην πραγματικότητα και έτσι ξεκίνησα.

«Λοιπόν…» είπα λίγο αμήχανα. «Πως και είσαι τόσο χαρούμενη με την καινούρια σου ζωή; Πως αντιμετωπίζεις όλα τα πράγματα τόσο αισιόδοξα; Πάντα σε βλέπω να γελάς να περνάς τόσο καλά λες και δεν άλλαξε τίποτα. Πως τα καταφέρνεις;» την ρώτησα κοιτάζοντας την στα μάτια. Ακόμα δεν μπορούσα να καταλάβω το τόσο αινιγματικό και χαρούμενο κορίτσι. Η αντίδρασή της με εξέπληξε. Το βλέμμα της σκοτείνιασε απότομα και με κοίταξε με ένα πονεμένο ύφος.

«Δεν είμαι έτοιμη να μιλήσω για αυτό τώρα.» Είπε με σοβαρό ύφος αλλά είδα ότι η φωνή της έσπασε στο τέλος. Δεν έδωσα συνέχεια στο θέμα και έτσι προσπάθησα να αλλάξω την τροπή της συζήτησης. Ήθελα να ξαναδώ το χαμόγελο στο πρόσωπό της.

«Εσύ πως βρέθηκες εδώ;» μου είπε με βλέμμα καρφωμένο μέσα στα μάτια μου. Ένοιωθα το πρόσωπό μου να παγώνει καθώς προσπαθούσα να βρω τις λέξεις για να της εξηγήσω.

«Ήμουνα ένα απλό συνηθισμένο κορίτσι με μια συνηθισμένη απλή ζωή.»-πήρα μια βαθιά περιττή ανάσα προσπαθώντας να μην κάνω την φωνή μου να σπάσει-«και δεν είχα σκοπό να αλλάξω αυτήν την κατάσταση. Ο Ντομινίκ μου έλεγε ότι με αγαπούσε και ότι δεν πρόκειται να μου έκανε οτιδήποτε κακό. Τόσο τυφλωμένη που ήμουνα από τον έρωτα δεν άκουγα την Νέμεσης, δεν έβλεπα τα σημάδια. Άκουγα μόνο εκείνον… Εκείνη την ημέρα της βίαιης μεταμόρφωσής μου τον είχα δει να έχει στα χέρια του την άψυχη αδερφή μου. Και μετά όλα έγιναν πολύ γρήγορα.» Σταμάτησα γιατί είχα καταλάβει ότι ένοιωθε άβολα. Δεν ήθελα να πω άλλα οπότε έφτασα στο γρήγορο και απλό κομμάτι. «Ξεκίνησα με την Νέμεσης προς το δάσος των λύκων μέχρι που φτάσαμε. Οι μεγάλοι ενθουσιάστηκαν τόσο πολύ που ήθελαν να μας κρατήσουνε. Έτσι γνώρισα την Τζέιν και την αγάπη μου τον Άλεκ. Δεν ήξερα αν ποτέ θα μπορούσα να ξεφύγω από την πίκρα που μου είχε δημιουργήσει ο Ντομινίκ αλλά τελικά ο Άλεκ και οι φίλοι μου εδώ με βοήθησαν να ορθοποδήσω.» είπα την τελευταία πρόταση με προφανή ελπίδα. Ήξερα ποιοι με αγαπούσανε και ποιοι όχι. Γύρισα και την κοίταξα. Είδα μια ελαφριά πινελιά φρίκης και πόνου μέσα στα μάτια της αλλά την έδιωξε αμέσως.

Γύρισα το βλέμμα μου και το άφησα να περιπλανηθεί στο λουλούδι που μου είχε τραβήξει την προσοχή πριν. Τόσο όμορφο. Ακόμα και με αυτά τα μάτια δεν μπορούσα να βρω ψεγάδι πάνω του. Και εκείνη η μικρή λιμνούλα δίπλα. Τόσο μαγική. Θα έλεγε κανείς ότι εκεί γύρω της υπήρχε ένας άλλος μαγικός κόσμος. Ήθελα να την ρωτήσω κάποια πράγματα για εκείνη. Σκέφτηκα αρκετή ώρα ποιο θέμα θα ήταν εύκολο να συζητηθεί και από τις δύο.

«Σελέστ μπορείς να μου εξηγήσεις λίγο το χάρισμα σου; Είναι λίγο δύσκολο να το καταλάβω από τις περιγραφές που κάνει η Νέμεσης γιατί συνήθως δεν την προσέχω.» είπα και γύρισα να την κοιτάξω. Ανέβασε τα πόδια της πάνω στο μαρμάρινο παγκάκι και κάθισε οκλαδόν. Ανέβασε το βλέμμα της και με κοίταξε.

«Να είναι λίγο περίπλοκο όντως. Δεν ξέρω πως θα σου φανεί.» έκανε μια μικρή παύση.

«Μπορώ κατά κάποιο τρόπο να δημιουργώ την ψευδαίσθηση ότι κάτι πήρε φωτιά αλλά απλά φαίνεται μια φλόγα. Δεν καίει κάτι αν είναι υπό τον έλεγχό μου. Αν όμως δεν είμαι και στην καλύτερη ψυχολογική κατάσταση δηλαδή άμα έχω νεύρα ή είμαι συγχυσμένη για παράδειγμα μπορώ πραγματικά να κάψω κάτι.» είπε και με κοίταξε με ένα βλέμμα προσποιούμενη φρίκη.

«Είμαι ένα φρικιό με λίγα λόγια…» είπε και γελάσαμε μαζί. Ήταν πολύ θερμός άνθρωπος και με την μεταφορική έννοια της λέξης.

Ξαφνικά άκουγα βήματα μέσα από τον διάδρομο να πλησιάζουν προς την πόρτα της αυλής. Ο ήχος της αυλόπορτας ακούστηκε μετά από ένα δευτερόλεπτο. Γύρισα να δω ποιος είναι και είδα ότι ήταν ο Άλεκ. Είχε φτάσει ήδη δίπλα μου πριν προλάβω να αρθρώσω λέξη.

«Τι κάνετε κορίτσια;» είπε χαλαρά. Έσκυψε και ακούμπησε απαλά τα χείλη του στα δικά μου. Ακόμα να συνηθίσω. Η Σελέστ καθάρισε τον λαιμό της. Γύρισα με το κεφάλι σκυμμένο κάτω προς το μέρος της. Έριξα μια κλεφτή ματιά στο Άλεκ και είδα ότι ήταν τελείως χαλαρός. Γιατί πρέπει εγώ να ντρέπομαι πάντα και για τους δύο; Έπρεπε να το συζητήσουμε κάποια στιγμή αυτό.

«Να εδώ συζητάμε γενικά και αόριστα». Είπε η Σελέστ και έκρυβε ένα χαμόγελο. Ήξερα ότι αυτή η κοπέλα κάτι σκάρωνε.

«Ωραία. Θα έρθω ξανά σε λίγο. Η Jena δεν είναι και πολύ συνεργάσιμη οπότε πρέπει να βρίσκομαι εκεί ανά πάσα στιγμή. Πέρασα απλά να δω τι γίνεται εδώ πέρα. Διαταγές του Βένιμου.» είπε και στριφογύρισε τα μάτια του. Αυτός ο βρικόλακας με τις υποψίες του έχει καταντήσει να γίνεται φορτικός.

«Εμ προτού πάω μέσα θα μπορούσες Σελέστ να μας αφήσεις για 2 λεπτά λίγο μόνους. Αν δεν σε πειράζει» πριν τελειώσει ο Άλεκ την πρότασή του η Σελέστ είχε εξαφανιστεί. Γύρισα έτσι ώστε να τον βλέπω ολόκληρο.

«Τι θες να μου πεις;» ρώτησα προφανώς αποριμένη. Τι ήθελε να μου πει που δεν ήθελε να το μάθει κανείς άλλος;

«Να κοίτα…»-δίστασε-«θα ήθελες το βράδυ να συναντηθούμε εδώ, αφού βέβαια έχουνε πάει όλοι στα δωμάτιά τους, να γνωρίσουμε καλύτερα ο ένας τον άλλο και να πούμε πράγματα που δεν θα θέλαμε να ξέρει ο καθένας. Να ανοιχτούμε με λίγα λόγια.» είπε. Νομίζω ότι το μετάνιωσε αλλά πριν πει οτιδήποτε τον σταμάτησα βάζοντας τον δείκτη πάνω στο στόμα του. Φυσικά και ήθελα να του πω πράγματα για εμένα και να ακούσω και από εκείνον εδώ μαζί του. Μόνοι μας δίπλα του ξαπλωμένοι στο γρασίδι. Και ας μου έλεγε ότι ήθελε. Μια πονηρή σκέψη πέρασε από το μυαλό μου αλλά την κράτησα για τον εαυτό μου. Κατέβασε αργά τον δείκτη μου από το στόμα μου και πήρε το χέρι μου στο στόμα του και το φίλησε απαλά.

«Να θα ήθελα να έρθουμε ποιο κοντά, λέγοντας ο ένας στον άλλο κάποια πράγματα.» είπε και μου φάνηκε τώρα υπερβολικά αγχωμένος. Ένοιωθα την χαρά την περιέργεια και την ελπίδα να κατακλείνουν τον οργανισμό μου. Το δηλητήριο πάλονταν μέσα μου πολύ γρήγορα και ένοιωθα την ανάσα μου να επιταχύνεται πολύ. Τον αγκάλιασα και του έδωσα ένα φιλί όλο λαχτάρα. Όταν απομακρύνθηκα λίγο προσπαθούσαμε να κάνουμε τις ανάσες μας ποιο αργές. Όταν βρέθηκα σε κατάσταση που μπορούσα να αναπνεύσω και να σκεφτώ του έδωσα την απάντησή μου.

«Όσο το θες εσύ το θέλω και εγώ. Και είμαι σίγουρη πως οι κουβέντες θα έχουνε ποιο πολύ ενδιαφέρον από τις δικές μου.» τον ξαναπήρα αγκαλιά και εκείνος με φίλησε στο μάγουλο.

«Πρέπει να πάω μέσα τώρα πριν βγει ο Βένιμος έξω. Όταν όλοι θα βρίσκονται στα δωμάτιά τους θα κατέβεις και εγώ θα είμαι εδώ να σε περιμένω.» είπε και σηκώθηκε. Ξαναφίλησε το χέρι μου, σωστός κύριος, και μετά κατευθύνθηκε αργά προς την πόρτα. Πριν προλάβω να συνέλθω από την συζήτησε που είχε προηγηθεί η Σελέστ ήταν δίπλα μου. Δεν μου έριξε κανένα βλέμμα που θα μπορούσε να δείξει ότι άκουγε τόση ώρα.

«Κοίτα να δεις τι θα γίνει» είπε η Σελέστ και προσπάθησε να μην γελάσει. Ακολούθησα το βλέμμα της μέχρι που κατάλαβα τι έκανε. Έβαζε μικρές φωτίτσες στις πατημασιές που άφηνε από πίσω του ο Άλεκ.

«Καυτό αγόρι» είπε μια οκτάβα ποιο δυνατά από ότι συνήθιζε να λέει. Αρχίσαμε να γελάμε νευρικά. Ο Άλεκ γύρισε και κούνησε το κεφάλι του σαν τις μαμάδες που μόλις έχουνε δει το παιδί τους να έχει κάνει καμιά διαβολιά. Για μια στιγμή όσο διαρκεί μια ανάσα έτρεξαν τα μάτια του γεμάτα ένταση πάνω μου. Δεν μπορούσα να τα αγνοήσω. Μετά γύρισε και άνοιξα την πόρτα και πριν προλάβω να κάνω κάτι είχε εξαφανιστεί.

Γύρισα προς την μεριά της Σελέστ αλλά είδα ότι δεν είχε σταματήσει να γελάει. Δεν την πιστεύω….. πάντως είχε δίκιο για το καυτό αγόρι. Γέλασα λίγο για μια εικόνα που πέρασε αστραπιαία από το μυαλό μου. Αλλά μετά από εκείνο το λεπτό δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ σε τίποτα άλλο εκτός από την νύχτα. Ανέβηκα με την Σελέστ πάνω και πήγε η κάθε μία στο δωμάτιό της. Περίμενα μισή ώρα ώστε να ακούω όλα τα ντους να τρέχουν για να κάνω την απόδρασή μου χωρίς να έχω την έγνοια αν θα με καταλάβουν. Κατέβηκα τις σκάλες αστραπιαία. Άνοιξα την αυλόπορτα και το είδα να κάθεται δίπλα στην λίμνη παίζοντας με ένα άνθος από εκείνο το λουλούδι που είχε τραβήξει την προσοχή μου. Προχώρησα αργά και σταθερά προσπαθώντας να ρυθμίσω την ανάσα μου.

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

Έκτο κεφάλαιο: Απρόβλεπτο





Νεμεσης

«Μπράβο Νέμεσης» είπε ο Φερδινάνδος βαρεμένα ως συνήθως. Απορώ γιατί τον κρατάνε ακόμα. Το μόνο που σκέφτεται είναι το πώς θα ήτανε η ζωή του αν δεν ήτανε βρικόλακας. Τι ποιο απαισιόδοξο μυαλό εδώ μέσα.
«Ευχαριστώ κύριε» είπα από ευγένεια και μόνο. Πόσο πάλευα με την ιδέα να του πω να κρύψει λίγο τις σκέψεις του αλλά μετά από πολύ σκέψη ήξερα ότι ήθελα το κεφάλι μου. Η Σελέστ καθότανε σιωπηλή πίσω. Ένοιωθα την αμηχανία της. Μακάρι να μπορούσα να την βοηθήσω να νοιώσει άνετα αλλά πρώτα έπρεπε να συστηνόταν.
«Μικρή έλα μπροστά δεν θα σου κάνουμε κακό.» Της είπε ο Ματ με συμπονετικό βλέμμα. Δεν φαίνεται να πείστηκε. Οπότε έπρεπε να κάνω κάτι. «Αλήθεια λένε δεν θα σου κάνουνε κακό. Απλά θέλουνε τα στοιχεία σου να δούνε σε τι θα φανείς χρήσιμη στην νέα σου ζωή.» Της το είπα κοιτάζοντας την στα μάτια. Ήταν που κόκκινα από το φυσιολογικό των νεογέννητων. Περίεργο.
Έδειχνε να με πιστεύει και έκανε ένα βήμα μπροστά διστακτικά.
«Με λένε Destiny Selest Stevens. Δεν ξέρω τι με έφερε και δεν ξέρω γιατί με έκανε αυτός έτσι.»είπε και κατάλαβα ότι πήγε η φωνή της να σπάσει.
«Αυτός που την δημιούργησε δεν θα της είχε εξηγήσει τίποτα.» Είπε ο Μάτ τώρα σοβαρά. Νομίζω ότι το είπε στο Βένιμο γιατί δεν νομίζω να έμπαινε στον κόπο κατά τη γνώμη μου να αναφέρει κάτι στο Φερδινάνδο.
«Θα μπορούσε να μου εξηγήσει κανείς τι γίνεται εδώ;» είπε η Σελέστ με έναν τόνο ανυπομονησίας. Ξαφνικά την βλέπω να σωριάζεται κάτω και να κραυγάζει από τον πόνο.
«Τζέιν σταμάτα σε παρακαλώ!!» είπα και προσπάθησα να συγκρατήσω την φωνή μου.
«Αν πρόκειται να ξαναμιλήσει έτσι στους Φόρεστερ θα κάνει το καλύτερό μου» είπε η Τζέιν με ένα βλοσυρό ύφος και μετά σταμάτησε. Άκουγα τις ανάσες της Σελέστ σιγά σιγά να μειώνονται μέχρι που φτάσανε στους φυσιολογικούς της ρυθμούς. Μετά από ένα παρατεταμένο λεπτό σηκώθηκε στα πόδια της.
«Συγνώμη» είπε και έσκυψε το κεφάλι της. Πάλι καλά αυτά που σκεφτόταν δεν τα έλεγε δυνατά γιατί δεν νομίζω να έδειχναν άλλη επιίκια οι μεγάλοι.
«Θα μας πεις τώρα ποιος σε μεταμόρφωσε;» είπε ο Ματ τα μάτια του καρφωμένα στα δικά μου. Τι σκέφτονταν πάλι; Όλοι συνωμοτούν εναντίον του; Νομίζω ότι ο χρόνος διαστρεβλώνει τον τρόπο σκέψης.
Την κοίταξα στα μάτια να δω γιατί δε απάνταγε τόση ώρα. Το κόκκινο είχε γίνει ακόμα ποιο κόκκινο. Σαν φλόγα. Πέρα από την φωτιά στα μάτια της έβλεπα στρες. Ξαφνικά μια μυρωδιά μου ήρθε στην μύτη. Απαίσια. Το ξύλινο επιχρυσωμένο τραπεζάκι καίγονταν.
Την κοίταξα έντρομη και προσπάθησα να συγκεντρωθώ μόνο στις σκέψεις της. Εκείνη το έκανε. Πως?
«Πως το κάνεις αυτό;» ρώτησα έκπληκτη. Μπορούσε να βάλει φωτιά σε οτιδήποτε. Έτσι νομίζω δηλαδή.
«Δεν έκανα κάτι…-είπε με λυγμούς-απλά συγχήστικα γιατί θυμήθηκα εκείνον…» ήρθε και δάκρυσε στην αγκαλιά μου. Όσο προσπαθούσα να την καθησυχάσω έβλεπα τι μπορούσε να κάνει. Καθώς ηρεμούσε έσβηνε η φωτιά. Μπορούσε να κάνει τρελά πράγματα με αυτό το χάρισμα.
«Ματ πρέπει να μείνει με τους Φόρεστερ. Έχω να σου πω κάτι πολύ σημαντικά πράγματα. Δεν θες να χάσεις κάτι που μπορεί να μην σου δοθεί η ευκαιρία να το ξανασυναντήσεις πουθενά αλλού.» είπα και έτριψα συμπονετικά το μπράτσο μου στην Σελέστ.

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010

Πέμπτο κεφάλαιο: Φιλία




Νέμεσης

«Τζέιν δεν νομίζω ότι σου πηγαίνει το πράσινο» της είπα καθώς είχε βάλει το τέταρτο φόρεμα που είχε βρει στην τεράστια ντουλάπα μου.
Πραγματικά αυτή η κοπέλα με εξέπληττε ώρα με την ώρα με την ώρα. Ήξερε ότι δεν μπορούσε να μου κρύψει κάτι. Η σκέψη της ήτανε σε κοινή θέα. Πραγματικά αυτό το χάρισμα ήτανε πολύ χρήσιμο σε μερικές περιπτώσεις και σε άλλες όχι.
«Μα γιατί δεν μου πηγαίνει καλέ;» είπε και έκανε μια σβούρα για να ξαναεκτιμήσω το φόρεμα.
«Δεν σε τονίζει. Σε κάνει ακόμα ποιο μινιόν. Πόσο ποιο μικροσκοπική γλυκιά μου;» είπα και ένα γελάκι της ξέφυγε.
«Κάτι ξέρεις παραπάνω από μένα. Φτάνει για σήμερα υποθέτω. Έχουμε ολόκληρη αιωνιότητα για δοκιμές» είπε και κάθισε στον καναπέ απέναντί μου.
«Γιατί έβαλε τον Άλεκ να πάει την Μεριλή στο δωμάτιό της;» είπα αδιάφορα. Ήξερα για ποιο σκοπό το έκανε. Το διάβαζα μέσα της.
«Αφού ήδη ξέρεις γιατί ρωτάς;» είπε και με κοίταξε με ύπουλο βλέμμα.
«Είσαι η κυρία ξερόλα τώρα. Τίποτα δεν σου ξεφεύγει. Και είναι σπαστικό.» είπε και έκανε έναν μορφασμό. Μετά μου έβγαλε παιδιάστικα την γλώσσα της.
«Απλά κουβέντα να γίνεται.» είπα και κάθισα τεμπέλικα στο κρεβάτι.
«Πως είναι να μην διψάς;» είπε και ένοιωσα την περιέργεια να καίει τα μάτια της.
«Εμένα μου φαίνεται πολύ φυσιολογικό. Δεν νοιώθω αποστροφή προς όλους τους τρόπους σίτισης αλλά δεν με ελκύουν να τους δοκιμάσω. Να κάνω και εγώ τώρα μια ερώτηση;»είπα και έδωσα λίγη ένταση στην φωνή μου.
«Ότι θες και ξέρω θα το μάθεις.» είπε και ανασήκωσε τους ώμους της.
«Τι ξέρεις για τους unblooded;» είπα και μετακινήθηκα ασυναίσθητα προς τα μπρος με τα δυο μου χέρια κάτω από το σαγόνι μου.
«Να… όπως λέει και το όνομά τους και όπως ήδη γνωρίζεις δεν τρέφονται με αίμα. Με τίποτα. Είναι λιγότερο δυνατοί από τους ‘φυσιολογικούς’ βρικόλακες. Δεν είναι τόσο παγωμένοι ούτε το δέρμα τους λαμπιρίζει. Απλά έχει μια γυαλάδα. Τα μάτια τους στην αρχή-μέχρι να καταναλώσει ο οργανισμός τους το περιττό ανθρώπινο αίμα γι’ αυτούς-είναι κόκκινα. Μετά από λίγο καιρό, δυο με τρεις μήνες, παίρνουνε το χρώμα που είχες όταν ήσουνα άνθρωπος. Η διαφορά με τους ανθρώπους είναι κύριος ότι είναι ποιο δυνατοί ,ποιο γρήγοροι, ποιο έξυπνοι, ποιο όμορφοι και ποιο σκληροί από τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να τους καταλάβουνε εύκολα εκτός αν κάνουνε κάτι μη ανθρώπινος δυνατόν.» είπε ξερά λες και τα είχε επαναλάβει στην μητέρα του για πολλοστή φορά.
«Τα μάτια μου σε τρεις μήνες δεν θα έχουνε αυτό το φτικιαστηκό κόκκινο; Θα είναι ξανά πράσινα;» είπα με φανερό ενθουσιασμό. Θα είχα πράσινα ζεστά μάτια ξανά σε λίγους μόνο μήνες!
Ακολούθησε μια παύση ενός λεπτού. Ήμουνα τόσο χαρούμενη! Μόνο οι ανάσες μας ακούγονταν. Η δική της ρυθμική και αργή ενώ η δική μου πολύ γρήγορη και ακανόνιστη. Τι διαφορά!
«Ναι πήγαινε και μάζεψε την. Και πες στον αδελφό σου να κόψει τις βρόμικες σκέψεις γιατί θα τον κανονίσω.» είπα και γέλασε. Μια σοπράνο μινιατούρα.


~~~~~~~~~~~

«Πες μου τι έγινε με κάθε λεπτομέρεια μικρή. Ακόμα και αν ξέρω ήδη η φίλη σου από δω δοκίμασε κάθε ρούχο που υπήρχε στην ντουλάπα επειδή δεν είχε τι να κάνει. Οπότε πες της τα όλα.» είπα με αυστηρό τόνο.
Η Μεριλή περιεργάστηκε την έκφρασή μας για λίγο. Μετά χαμήλωσε το βλέμμα κάτω και άρχισε να παίζει με τα δάχτυλα της. Έψαχνε να βρει τις λέξεις. Οι σκέψεις της ήτανε ένα κουβάρι που προσπαθούσε να ξεμπλέξει. Είπα να βοηθήσω λίγο.
«Αφού σε πήγε στο δωμάτιό μετά τι έγινε;» ρώτησα εγώ προσποιούμενη ότι ανυπομονούσα να μάθω την συνέχεια που ήξερα ήδη. Δεν θα έλεγα κουβέντα αν δεν μας έλεγε πρώτη εκείνη τι έγινε. Σήκωσε λίγο το κεφάλι της και ξεκίνησε την αφήγησή της.
« Μου διάλεξε το ποιο τέλειο δωμάτιο που θα μπορούσα να είχα ονειρευτεί ποτέ. Με ξενάγησε λίγο μέσα στον χώρο…» κόμπλαρε λίγο.
«Όταν μίλησε ένοιωσα σαν να είχε το στομάχι μου πεταλουδίτσες.» είπε και την είδα να αναρριγεί.
«Έχει τόσο τέλεια φωνή…» είπε και κοίταζε τώρα στο κενό. Έβλεπα τις αναμνήσεις να περνάνε στιγμιαία από το μυαλό της και μετά αποφάσισε να συνεχίσει.
«Μετά είχαμε έναν μικρό διάλογο και…»σταμάτησε.
Γύρισα προς την μεριά της Τζέιν. Σάστισα. Ήταν έτοιμη να σπάσει το πάτωμα. Το πόδι της δεν χτυπούσε απαλά αλλά πάρα πολύ δυνατά και γρήγορα. Δεν έπρεπε να χαλάσει το τόσο ωραίο ξύλο. Στη σκέψη μόνο να κατακρεουργεί όλο το δωμάτιο φρίκη βγήκε στο πρόσωπό μου. Η Μεριλή έσκυψε το κεφάλι σαν να ντρεπότανε.
«Όχι Μεριλή δεν φρίκαρα για αυτό που έγινε αλλά φοβάμαι πως αν δεν πεις γρήγορα η Τζέιν δεν πρόκειται να αφήσει τον πύργο ολόκληρο.» είπα και γέλασα. Η Τζέιν δεν έδωσε σημασία και παροτρύνε με το χέρι της την Μεριλή να συνεχίσει.
«Και;» είπε η Τζέιν με μια φωνή που ήταν τόσο σιγανή και γρήγορη όσο μια ανάσα.
«…Με φίλησε….η καλύτερα φιληθήκαμε…» είπε και νόμιζα πραγματικά ότι θα είχε κοκκινίσει με την ένταση που μας το παρουσίασε.
Δεν πρόλαβα την Τζέιν όταν έτρεξε και την αγκάλιασε. Η Μεριλή ένοιωθε προφανώς άβολα για αυτά που είχε αποκαλύψει αλλά δεν μπορούσε να κάνει κάτι.
«Αχ το ήξερα…το ήξερα!»είπε η Τζέιν και ένα δηλητηριώδες δάκρυ κύλησε στο μάγουλό της.
«Τζέιν κόψε το μελό.»είπα. Απλά χαιρότανε που ο αδερφός της δεν θα την πίεζε για να μάθει αν η Μεριλή τον ήθελε. Είδα το πρόσωπό της να ανακουφίζεται και να ηρεμεί.
«Ήταν τόσο τέλεια τόσο ονειρικά. Φιλάει υπέροχα το ήξερες» είπε στην Τζέιν με ενθουσιασμό.
«Δεν είχα πειραματιστεί στο παρελθόν…» την πείραξε.
Εγώ λέω να ετοιμαστείτε για το κυνήγι. Ο Ματ είναι πολύ διψασμένος και δεν θα περιμένει.» Είπα.
«Ω Μεριλή…δεν έχω λόγια… Λοιπόν κοίταξε να δεις. Δεν θέλουμε να το μάθει το ‘αρχηγείο’ ακόμα. Αλλά θα παρακινήσω τους άλλους να κυνηγήσουνε αρκετά μακριά από εσένα με την δικαιολογία ότι είσαι νεογέννητη και θες τον χώρο σου τώρα στην αρχή. Και θα πω στον Ματ να αφήσει και τον Άλεκ μαζί σου γιατί αν συμβεί οτιδήποτε θα μπορεί να σε κουμαντάρει εύκολα! Τι τέλειο άλλοθι!»χειροκρότησε τον εαυτό της.
«θέλετε τα κεφάλια σας έτσι;» είπα με φωνή βαρετή και απειλητική ταυτόχρονα. Εκείνες γύρισαν τα μάτια ταυτόχρονα και είπε η Τζέιν.
«Στριμένη δεν μας αφήνεις να χαρούμε. Τι φίλη είσαι εσύ μου λες;» είπε και έφυγε καμαρωτά από το δωμάτιο.
«Μεριλή περίμενε μια στιγμή.» είπα με χαλαρό ύφος.
«τι θέλεις;» είπε.
«Να να περνάς καλά με τον Άλεκ και σε παρακαλώ πολύ βάλε την στην απομόνωση είναι εκνευριστικά χαρούμενη. Και να την ακούω διπλά δεν αντέχεται.» έστριψα το χέρι μου όπως κάνουνε οι άνθρωποι όταν θέλουνε να δείξουνε ότι κάποιος είναι τρελός. Με κοίταξε με ένα βλέμμα συμπόνιας και μετά με αγκάλιασε.
«Θα κάνω ότι μπορώ. Αν με δαγκώσει βάλτης φόλα.» είπε και με θεατρικό τρόπο έτριψε τα χέρια της σαν κακός. Γελάσαμε και της έγνεψα να φύγει.

~’~

«Νέμεσης έρχεσαι μια στιγμούλα σε παρακαλώ;»είπε ο Βένιμος με βλέμμα σκεπτικό.
«Τι με θέλετε;» ρώτησα ευγενικά.
«Να…-δείλιασε-σήμερα ήρθε μια καινούρια νεογέννητη» σταμάτησε να δει την έκφρασή μου. Φαίνεται να τον ικανοποίησε αυτό που είπε και συνέχισε «Το όνομά της είναι Destiny Selest Stevens.» είπε. Γιατί μου είχε τονίσει το όνομα;
«Σε τι μπορώ να βοηθήσω;» είπα πρόθυμα.
«Να αν μπορούσες να μας πεις τον λόγω για τον οποίο ήρθε θα σε ευγνωμονούσα.» είπε τελικά.
«δεν μπορεί να τον πει σε εσάς;» είπα φανερά μπερδεμένη.
«Δεν μας έχει εμπιστοσύνη και δεν θέλουμε να της κάνουμε κακό. Μπορεί να μας φανεί πολύ χρήσιμη.» είπε.
«Όπως επιθυμείτε» .
Κατέβικα σαν σίφουνας κάτω εκεί όπου την είχανε.
Ήταν Ποιο ψηλή από εμένα. Μακριά καστανά μαλλιά και κόκκινα μάτια. Χαρακτηριστικά πολύ όμορφα ακόμα και για μένα. Το σώμα της γαλλικού μοντέλου. Είχε πολύ νεανικό ντύσιμο. Πρέπει να ήτανε γύρω στα 13-14. Πολύ μικρή. Φορούσε έναν ξεφτισμένο τζιν σωλήνα και μια κολιτή αμάνικη μπλούζα. Δύο κρίκοι ήτανε περασμένη στα αφτιά της.
«Μικρή γιατί δεν μιλάς; Φοβάσαι μήπως σου κάνουνε κακό;» είπα όσο ποιο ήρεμα μπορούσα.
Δεν φάνηκε να την πείθω.
«Ξέρεις εγώ μπορώ να διαβάζω το μυαλό οποιουδήποτε και δεν νομίζω να θες να μπω μέσα του.» είπα. Αυτό φαίνεται να είχε κάποια ανταπόκριση.
«Τι θέλεις;»είπε μέσα από τα δόντια της.
«Θέλω απλά να σε λογικέψω. Δεν υπάρχει κίνδυνος εδώ. Ο μόνος κίνδυνος εδώ είσαι εσύ.» είπα ψύχραιμα αλλά δεν άφησα κανένα συναίσθημα να φανεί στο πρόσωπό μου και να με προδώσει.
Ξαφνικά άρχισε να κλαίει και να βάζει τα χέρια της να διώξει τα δάκρυα.
«είπε ότι δεν θα μου έκανε κακό αλλά τελικά δεν κρατήθηκε.» είπε κλαίγοντας με αναφιλητά. Πήγα και την αγκάλιασα συμπονετικά. Ήξερα τον πόνο της. Από τότε που ξεκίνησα να διαβάζω το μυαλό της Μεριλή ήξερα πως ένοιωθε.
«Έχει τύχει πολλές φορές αυτό δεν πειράζει. Τώρα σε άφησε ήσυχη.» είπα και προσπάθησα να κρατήσω την φωνή μου σταθερή.
«Εγώ ήμουνα μαζί του 2 χρόνια. Ένα χρόνο μεγαλύτερος μου. Απλά ήταν αγνή αγάπη από το μέρος μου….εκείνος όμως αθέτησε την υπόσχεσή του….» είπε και έχω σε το κεφάλι της στον ώμο μου κλαίγοντας.
«Λοιπόν τώρα έχεις μια καινούρια ζωή. Και μια καινούρια φίλη Σελέστ. Εμένα μην φοβάσαι τίποτα!» της είπα και ξεκινήσαμε να ανέβουμε τα σκαλιά.